Η διαδικασία κατανόησης της νεωτερικότητας περνάει μέσα από την έρευνα
και εξήγηση συγκεκριμένων κατηγοριών που άπτονται της πειθαρχίας της
πολιτικής επιστήμης όπως είναι ο κοινοβουλευτισμός και οι δομές που τον
ακολουθούν. Η ρητορική αποτελεί μια τέτοια δομή καθώς μας δίδει τη
δυνατότητα να ερμηνεύσουμε, όχι απαραίτητα αιτιοκρατικά, μια σειρά διενέξεων
και παραλληλισμών που δεν αφορούν μόνο την εξέλιξη της πολιτειολογικής
σκέψης στα δυτικά κράτη της Ευρώπης από την Αναγέννηση και μετά, αλλά μας
δίδουν την δυνατότητα να αφουγκρασθούμε την προσπάθεια του ατόμου να
εκφρασθεί και να ξεφύγει από τα όρια που και η ίδια η γλώσσα ως πολιτιστικό
προϊόν του θέτει.
Η ρητορική επαναπεριγραφή και ο διάλογος pro et contra μας βοηθούν όχι
μόνο να κατανοήσουμε τη σχέση κοινοβουλίου με τα αιτήματα που ο
Διαφωτισμός πρόβαλλε, αιτήματα ορθολογισμού και αντικειμενικότητας,
αιτήματα που πρόβαλλαν την αισιοδοξία του κινήματος αυτού για τον άνθρωπο,
αλλά μας ανοίγουν νέους ορίζοντες στη σκέψη μας στην προσπάθειά μας να
δούμε πίσω από τις θεωρίες και τα ποτάμια της ιστορικής εξέλιξης , να δούμε
πίσω από τη θεωρία και την εμποτισμένη με προκατάληψη αντίληψή μας για το
πώς φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα.
Μια επαναπεριγραφή της εξέλιξης αυτής μας οδηγεί στην απομυθοποίηση
κάποιων θεωρητικών οντοτήτων η αποδοχή των οποίων τόσο μας χειραγώγησε
και μας απέτρεψε από την αυτοδιαφωτιστική μας πορεία.
Συχνές Ερωτήσεις: Περιεχόμενα & Ανάλυση Κειμένου
Ποιο είναι το θέμα του κειμένου;
Το κείμενο εξετάζει την έννοια της ρητορικής, ιδιαίτερα την ρητορική επαναπεριγραφή και τον διάλογο pro et contra, ως δομές που βοηθούν στην κατανόηση της νεωτερικότητας και συγκεκριμένα της εξέλιξης του κοινοβουλευτισμού και της πολιτικής σκέψης στη Δύση. Εξερευνάται η σχέση της ρητορικής με την αντικειμενικότητα, τον ρόλο της στην πολιτική και στον ακαδημαϊκό χώρο, και η επίδραση θεωρητικών όπως ο Αριστοτέλης, ο Κικέρων, ο Hobbes και ο Max Weber.
Ποια είναι τα κύρια θέματα που αναλύονται;
Κύρια θέματα είναι: η ρητορική και η ρητορική επαναπεριγραφή, η αντικειμενικότητα και η θεωρία της γνώσης του Max Weber, το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της δράσης του Max Weber, η σχέση μεταξύ ρητορικής μεθόδου και αντικειμενικότητας στην πολιτική και τον ακαδημαϊκό χώρο, και ο ρόλος της ρητορικής στην εξέλιξη του κοινοβουλευτισμού.
Πώς συνδέεται η ρητορική με την νεωτερικότητα;
Η ρητορική, ειδικά η διαδικασία του pro et contra και η ρητορική επαναπεριγραφή, θεωρείται κεντρική στην κατανόηση της νεωτερικότητας. Η εξέλιξη του κοινοβουλευτισμού στην Αγγλία παρουσιάζεται ως παράδειγμα της εφαρμογής αυτών των ρητορικών αρχών, δημιουργώντας μια πολιτική κουλτούρα που προωθεί τον διάλογο και την διαφωνία.
Ποια η σημασία του Max Weber για το κείμενο;
Ο Max Weber, με την θεωρία του για την αντικειμενικότητα στις κοινωνικές επιστήμες και την έμφαση στην ύπαρξη αντιτιθέμενων απόψεων, παρέχει ένα θεωρητικό πλαίσιο για την κατανόηση του ρόλου της ρητορικής. Το Αγγλικό Κοινοβούλιο χρησιμοποιείται ως παράδειγμα του πώς η ρητορική επαναπεριγραφή θεμελιώνει μια θεωρία γνώσης που βασίζεται στην διαφωνία.
Ποιες είναι οι βασικές αρχές της ρητορικής που αναλύονται;
Αναλύονται βασικές αρχές της ρητορικής από την Αριστοτελική παράδοση (επιδεικτική, δικανική, διαπραγματευτική, διαβουλευτική) μέχρι την χρήση της "παραδιαστολής" και της ομιλίας in utramque partem στην Αναγέννηση και την νεωτερικότητα. Η αντίθεση μεταξύ των απόψεων του Hobbes και του Skinner σχετικά με την "επαναπεριγραφή" επισημαίνεται ως σημαντική για την κατανόηση της εξελικτικής πορείας της ρητορικής.
Πώς συνδέεται η ρητορική με τον κοινοβουλευτισμό;
Η ρητορική, με τις αρχές του pro et contra και της ρητορικής επαναπεριγραφής, θεωρείται βασικό στοιχείο στην ανάπτυξη και λειτουργία του κοινοβουλευτισμού. Η ελευθερία του λόγου και η θεσμοποίηση της διαφωνίας μέσα από το κοινοβουλευτικό διάλογο παρουσιάζονται ως προϊόν της εξέλιξης της ρητορικής.
Ποια η συμβολή του Quentin Skinner;
Ο Quentin Skinner αναλύει τον ρόλο της ρητορικής στην πολιτική σκέψη της Αναγέννησης και την σημασία της "ρητορικής κουλτούρας" για την κατανόηση της εξέλιξης των πολιτικών εννοιών. Η θεωρία του για την "ομιλία ως πολιτική πράξη" συνδέεται με το Βεμπεριανό νομιναλισμό.
Ποια η συμβολή του Kari Palonen;
Ο Kari Palonen προσφέρει μια εναλλακτική οπτική στην ανάλυση των διαφορετικών εννοιολογήσεων των πολιτικών όρων, προσθέτοντας μια χρονική και ρηματοποιητική διάσταση στην μεθοδολογία. Η δουλειά του εμπλουτίζει το Βεμπεριανό νομιναλιστικό πρόγραμμα.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. Εισαγωγή
2. α) Ρητορική και Ρητορική Επαναπεριγραφή (rhetorical redescription) β)Αντικειμενικότητα (objectivity) και η σχέση της με τη θεωρία της γνώσης του Max Weber (value free)
3. Το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της δράσης του Max Weber. Ο κοινοβουλευτισμός (fair play)
4. Ακαδημαϊκό περιβάλλον, Ρητορική και Πολιτική. Η σχέση μεταξύ της ρητορικής μεθόδου στη πολιτική και στον ακαδημαϊκό χώρο και της αντικειμενικότητας στην πολιτική και στον ακαδημαϊκό χώρο.
5. Βιβλιογραφία
1. Εισαγωγή
Η διαδικασία κατανόησης της νεωτερικότητας περνάει μέσα από την έρευνα και εξήγηση συγκεκριμένων κατηγοριών που άπτονται της πειθαρχίας της πολιτικής επιστήμης όπως είναι ο κοινοβουλευτισμός και οι δομές που τον ακολουθούν. Η ρητορική αποτελεί μια τέτοια δομή καθώς μας δίδει τη δυνατότητα να ερμηνεύσουμε, όχι απαραίτητα αιτιοκρατικά, μια σειρά διενέξεων και παραλληλισμών που δεν αφορούν μόνο την εξέλιξη της πολιτειολογικής σκέψης στα δυτικά κράτη της Ευρώπης από την Αναγέννηση και μετά, αλλά μας δίδουν την δυνατότητα να αφουγκρασθούμε την προσπάθεια του ατόμου να εκφρασθεί και να ξεφύγει από τα όρια που και η ίδια η γλώσσα ως πολιτιστικό προϊόν του θέτει.
Η ρητορική επαναπεριγραφή και ο διάλογος pro et contra μας βοηθούν όχι μόνο να κατανοήσουμε τη σχέση κοινοβουλίου με τα αιτήματα που ο Διαφωτισμός πρόβαλλε, αιτήματα ορθολογισμού και αντικειμενικότητας, αιτήματα που πρόβαλλαν την αισιοδοξία του κινήματος αυτού για τον άνθρωπο, αλλά μας ανοίγουν νέους ορίζοντες στη σκέψη μας στην προσπάθειά μας να δούμε πίσω από τις θεωρίες και τα ποτάμια της ιστορικής εξέλιξης , να δούμε πίσω από τη θεωρία και την εμποτισμένη με προκατάληψη αντίληψή μας για το πώς φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα.
Μια επαναπεριγραφή της εξέλιξης αυτής μας οδηγεί στην απομυθοποίηση κάποιων θεωρητικών οντοτήτων η αποδοχή των οποίων τόσο μας χειραγώγησε και μας απέτρεψε από την αυτοδιαφωτιστική μας πορεία.
2. α) Ρητορική & Ρητορική Επαναπεριγραφή ( rhetorical redescription)
«Επειδή τρία εστίν α δει πραγματευθήναι περί τον λόγον, εν μεν εκ τίνων αι πίστεις έσονται, δεύτερον δε περί την λέξιν, τρίτον δε πως χρη τάξαι τα μέρη του λόγου»[1]
Η αντίληψη ότι η ρητορική αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα της Δυτικής κουλτούρας επεκτείνεται πέρα από τον ίδιο τον επιστημονικό διάλογο περί των ρητορικών θεωριών. Η Αριστοτελική παράδοση είναι πάντοτε σημαίνουσα για μια ιστορική αναδρομή στην εννοιολόγηση της Ρητορικής. Πράγματι η διάκριση από τον Αριστοτέλη της ρητορικής σε επιδεικτική, δικανική, διαπραγματευτική και διαβουλευτική, διατηρεί μια αξία όταν μελετούμε τη πορεία των σημασιολογήσεων της ρητορικής. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη τα θέματα της διαβουλευτικής ρητορικής ήταν ο πόλεμος, η οικονομική κατάσταση και εν γένει τομείς στους οποίους έπρεπε να είχε κανείς εξειδικευμένες γνώσεις ώστε να καταφέρει να πείσει τον ακροατή του για την αλήθεια των λόγων του.[2]
Η ρητορική εμπλέκει διαφορετικά είδη μιας σύνθεσης όπως την έκθεση, την περιγραφή, την αφήγηση και το διάλογο. Ο διάλογος αφορά δύο τουλάχιστον πρόσωπα για τούτο και προϋποθέτει δυο τουλάχιστον γνώμες, αντιτιθέμενες μεταξύ τους. Η ρητορική αφορά περισσότερο τις αρχές υπό τις οποίες παράγεται η πίστις απέναντι σε ένα ακροατήριο λόγω της δεινότητας των λόγων ενός ομιλητή[3] Η πειθώς η οποία επηρεάζει το ακροατήριο, το «ψυχαγωγεί», για τούτο και η ρητορική είναι τέχνη σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Οι τόποι του Αριστοτέλη ( οι loci communes του Κικέρωνα) ήταν μια σειρά λογικών σχημάτων και οπτικών υπό τους οποίους μπορεί να δει κανείς την πραγματικότητα και να διαμορφώσει πειστικά επιχειρήματα.
Ιδιαίτερα κατά την διαδικασία ανακάλυψης της ρητορικής στην Αναγέννηση, πολλοί θεωρητικοί ασχολήθηκαν με τον Αριστοτέλη αλλά και με τον Κικέρωνα και με τον Κουϊντιλιανό και προσέδωσαν νέες ερμηνείες της ρητορικής. Σημαντικός μετασχηματισμός επήλθε με την «Κικερώνεια λογική» του 16ου αιώνα, μια θεωρία του «αντιλέγειν». Αντίδραση σε αυτή την αναγεννησιακή λογική επήλθε μέσα από την εργασία των εκπροσώπων της νεωτερικότητας, όπως ο Hobbes, ο οποίος, σύμφωνα με τον Quentin Skinner, αν και επιχείρησε να αγνοήσει την θεωρία της ευρέσεως, την τοπική και να παραμερίσει την ρητορική σε μια στεγνή θεωρία του λεκτικού, στην προσπάθειά του να κατασκευάσει την scientia civilis, αναγκάζεται να αναγνωρίσει ότι οι επιστήμες από μόνες τους είναι ανίσχυρες[4] και χρειάζονται την ρητορική για να επιβάλλουν τα συμπεράσματά τους. Η ρητορική εδώ αντιμετωπίζεται υπό ένα εργαλειοκρατικό πρίσμα, επέχει θέση θεραπαινίδος της επιστήμης. Το ενδιαφέρον του Skinner είναι να αναλύσει τη στάση των θεωρητικών απέναντι στην «επαναπεριγραφή», της Ρωμαϊκής και Αναγεννησιακής ρητορικής, ενώ ο Hobbes υποτιμά την «επαναπεριγραφή» θεωρώντας την ως παράδειγμα αμφισημίας ( ambiguity) και ρευστότητας.[5]
Ο Skinner αναλύοντας την έννοια της ρητορικής μιλάει για την ρητορική κουλτούρα του Αναγεννησιακού Ουμανισμού[6] και δεν την διαχωρίζει από άλλες πηγές πολιτικής σκέψης. Θεωρεί δε ότι η ρητορική έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκέψη της Αναγέννησης ιδιαίτερα στην αυτοσυνειδησία των πολιτικών. Οι πολιτικοί του 16ου αιώνα στην Αγγλία της ουμανιστικής κίνησης θεωρούσαν εαυτούς συνεχιστές όχι του Αριστοτέλη αλλά των Ρωμαίων ρητόρων για τούτο και ο Q Skinner μιλά για «νέο – ρωμαϊκό παράδειγμα». Η χρησιμοποίηση της «παραδιαστολής», της ρητορικής επαναπεριγραφής, για την εννοιολόγηση του περιεχομένου όρων της πολιτικής, προσέδωσε ώθηση στη διαδικασία εφαρμογής νέων «τρόπων» στη ρητορική, όπως για παράδειγμα στο Αγγλικό Κοινοβούλιο. Μια διαδικασία η οποία άρχισε από την Αναγέννηση και συνεχίσθηκε μέχρι τον 19ο αιώνα, δημιούργησε δε μια παράδοση που άλλαξε την διδασκαλία της ρητορικής στον ακαδημαϊκό χώρο όσο και προώθησε τον παιδαγωγικό ρόλο της ομιλίας in utramque partem. H εννοιολόγηση του vir civilis της Αναγέννησης διαμόρφωσε την δυτική πολιτική κουλτούρα από την Αναγέννηση και μετά.
Η ομιλία in utramque partem και η χρήση της ρητορικής παραδιαστολής ενσαρκώνει μια πολιτική διαφορά, την αντίθεση μεταξύ της θέλησης του Βασιλιά και της θέλησης των πολλών. Για τούτο και από τους θεωρητικούς της ρητορικής η κοινοβουλευτική παράδοση από τον 17ο αιώνα και μετά βασίσθηκε στην ρητορική του pro et contra, στην ανταλλαγή διαφορετικών απόψεων, και επηρέασε την πολιτική κουλτούρα της Δύσης. Η γέννηση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών στην Αγγλία τον 16ο αιώνα όπως και ο ακαδημαϊκός διάλογος επηρεάσθηκαν από την ρητορική επαναπεριγραφή.[7] Η ελευθερία του λόγου διευκόλυνε την έκφραση των επιχειρημάτων αλλά και αυτή την ανάπτυξη του πνεύματος της πολιτικής ελευθερίας.
Με την έκφραση in utramque partem στο Κοινοβούλιο ο πολιτικός λόγος διεχώρισε εαυτόν από το λόγο της θεολογίας και του μεσαιωνικού σχολαστικισμού και εισήλθε στην νεωτερικότητα. Αυτή καθαυτή η διαδικασία του pro et contra καθόρισε την θεσμοποίηση της διαφωνίας σε όρους ρητορικής θεωρίας , μιας ρητορικής θεωρίας της γνώσης η οποία προϋποθέτει την διαφωνία ως όρο της κατανόησης.
Ο Max Weber με ένα κείμενό του, Die Objectivitat, το 1904, υπερασπίσθηκε τις κοινωνικές επιστήμες θεωρώντας ότι θεμελιώνονται μεθοδολογικά στην ύπαρξη αντιτιθέμενων απόψεων και παρέθεσε το παράδειγμα του Αγγλικού Κοινοβουλίου ως πρότυπο έκφρασης ενός διαλόγου. Ο Weber ανέπτυξε κατά τον τρόπο αυτό μια θεωρία της γνώσης πάνω στη ρητορική επαναπεριγραφή που αναβίωσε στην Αγγλία του 19ου αιώνα. Η ρητορική διαδραμάτισε πράγματι ένα σημαίνοντα ρόλο στο Κοινοβούλιο της Αγγλίας κατά τη περίοδο μεταξύ του 16ου και 19ου αιώνα, οπότε οι έννοιες pro et contra και ρητορική επαναπεριγραφή αντικατοπτρίζουν τις ομιλίες στο χώρο αυτό. Η διαδικασία, ο τρόπος των πολιτικών διενέξεων πρέσβευε την νέα κοινωνική τάξη πραγμάτων που αναδυόταν με τον κοινοβουλευτισμό. Γιατί λοιπόν είναι άξιο να μελετά κάποιος την πορεία αυτή της ρητορικής; Διότι αντιλαμβάνεται καλύτερα την εμφάνιση των ιστορικών δομών της νεωτερικότητας. Η διαδικασία του κοινοβουλευτικού διαλόγου είναι ιστορικό και κοινωνικό προϊόν και η ρητορική του κοινοβουλίου μας διευκολύνει στην κατανόηση των ιστορικών συνθηκών εμφάνισης των δομών αυτών.
Έχουμε λοιπόν την διαφορετική εννοιολόγηση της ρητορικής αναλόγως της χρησιμοποίησής της για συγκεκριμένο σκοπό. Η διαβουλευτική ρητορική στο ερμηνευτικό πλαίσιο της νεωτερικότητας αφορά στη συζήτηση υπέρ και κατά (pro et contra) και σχετίζεται με την αντιμετώπιση ενός θέματος από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Διαλόγους τέτοιου είδους παρατηρούμε στον ακαδημαϊκό χώρο, παρατηρούμε στις κοινωνικές επιστήμες, παρατηρούμε επίσης και στην πολιτική.
Ο De Mille αναφέρει ότι ο διάλογος, κατά την νεωτερικότητα, χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τα αντιπροσωπευτικά σώματα της Αγγλικής πολιτικής παράδοσης και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού. Παρόλο που η παράδοση δημοσίων διαλόγων φέρνει στο νου μας την αγορά της κλασικής Αθήνας και της Ρώμης, η εννοιολόγηση του κοινοβουλευτικού διαλόγου είναι σχετικά νέα. Εδώ συνδέονται η ρητορική με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες των διαλόγων για τη λήψη αποφάσεων. Οι διάλογοι στο πλαίσιο αυτό προϋποθέτουν μια λογική σειρά μεθοδολογικών αρχών. Οι αρχές αυτές αφορούν τόσο την ρητορική παραδιαστολή όσο και την pro et contra διαδικασία.
Η σχέση των αρχών αυτών με την αλλαγή των συνθηκών του διαλόγου στη νεωτερικότητα έχει γίνει αντικείμενο διαφωνιών. Ο Q. Skinner αντίθετα προς τον Hobbes, θεωρεί ότι οι εξωτερικές συνθήκες έχουν ως αποτέλεσμα την αλλαγή στην εννοιολόγηση της ρητορικής και την επανεμφάνιση της παραδιαστολής, ενώ ο Hobbes θεωρεί ότι η σημασιολογική σύγχυση αποτελεί το θεμέλιο της όποιας διένεξης. Όταν ο Skinner προβάλλει την θεωρία του περί της ομιλίας ως πολιτικής πράξης (speech act theory) συνεχίζει κατά μια έννοια το πρόγραμμα του Weber περί της μη τεκμηρίωσης (αποδόμησης) των εννοιολογήσεων διότι οι αντιλήψεις δεν αποτελούν σταθερές οντότητες αλλά ενυπάρχουν στην πολιτική πράξη προσδιορίζοντας την .[8] Βλέπουμε εδώ την επίδραση του νομιναλισμού του Weber διότι απορρίπτεται η οποιαδήποτε αναγωγή της πολιτικής πράξης σε εξω-πολιτικές εννοιολογήσεις και αντιλήψεις.
Η ρητορική αρχή του διαλόγου in utramque partem φανερώνει την πολιτική διάσταση της έννοιας της παραδιαστολής. Για τον Skinner η ρητορική έχει προσφέρει τον τρόπο για να δούμε πως θα μπορούσαν να εξελιχθούν τα πράγματα διαφορετικά. Ως απάντηση στον Skinner ο Cari Palonen προβάλλει μια δυνατότητα να κατανοούμε τις διαφορετικές εννοιολογήσεις των όρων, όπως για παράδειγμα πολιτική ελευθερία, ισότητα , μέσω μιας κατασκευής διαφορετικών διαστάσεων και σχέσεων που συνδέουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Υιοθετώντας, συνεχίζει ο Palonen, μια ρηματοποίηση, των αντιλήψεων, ριζοσπαστικοποιούμε το Βεμπεριανό νομιναλιστικό πρόγραμμα.
[...]
[1] Αριστοτέλους Τέχνη Ρητορικής Γ Κεφάλαιον 1, στιχ. 5. Εκδόσεις Πάπυρος, 1975, σελ 299.
[2] James De Mille, Elements of Rhetoric, New York, 1882, σελ. 469
[3] Angus Gowland, Ancient and Renaissance Rhetoric and the History of Concepts, http://ucl.academia.edu/
[4] Απόσπασμα από την προσφώνηση της Β. Κιντή κατά την τελετή αναγόρευσης του Q. Skinner σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών, στις 8 Μαΐου 2007. Περιοδικό COGITO, Οκτώβριος 2007, σελ 87.
[5] Kari Palonen, “Rhetorical and Temporal Perspectives on Conceptual Change”, 1997, www.jyu.fi/yhtfil/redescriptions/.../Palonen%20K%201999.pdf
[6] Kari Palonen, “Quentin Skinner‘s “Rhetorical Turn” and the Chances for Political Thought”, Evanston 2/04/2009, Finland.
[7] Kari Palonen, “Quentin Skinner‘s “Rhetorical Turn” and the Chances for Political Thought”, Evanston 2/04/2009, Finland.
[8] Kari Palonen, “Rhetorical and Temporal Perspectives on Conceptual Change”, 1997, www.jyu.fi/yhtfil/redescriptions/.../Palonen%20K%201999.pdf
- Quote paper
- Photios Zygoulis (Author), 2011, Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΕΠΑΝΑΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ MAX WEBER. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ., Munich, GRIN Verlag, https://www.grin.com/document/173899